Σχολιάζει η Μαρία Κουλούρη Ένα μικρό χωριό το Γκούλσπονγ – κάπου στη Σουηδία – χάνει τους ράθυμους, πληκτικούς ρυθμούς του μια νύχτα του Ιούνη που εξαφανίζεται η δεκαεφτάχρονη Άναμπελ. Την είχαν δει για τελευταία φορά σε ένα εγκαταλελειμμένο εμπορικό κέντρο, χώρο διασκέδασης των νέων. Ομάδες αναζήτησης οργανώνονται, και από τη Στοκχόλμη έρχονται δύο ντετέκτιβ για να ενισχύσουν την τοπική αστυνομία. Η έρευνα ξεκινά, χαράζοντας κάθε φορά άλλα μονοπάτια που μέσα από αυτά βλέπουμε τη νεολαία να ζει και να κινείται χωρίς κανένα σκοπό, χωρίς όνειρα, χωρίς κανένα κίνητρο, βουτηγμένη στο τέλμα της μικρής επαρχιακής πόλης. Η ζωή στο Γκουλσπονγ φαίνεται να έχει σταματήσει χρόνια πίσω, είναι ένα από τα πιο φτωχά μέρη της Σουηδίας, έχοντας τους κατοίκους από τη λάθος πλευρά του ποταμού. Η Τσάρλι κοιτούσε με μεγάλη προσοχή έξω από το παράθυρο όταν πλησίαζαν στο κέντρο του χωριού. Στην αριστερή πλευρά μπορούσε να δει τον μαύρο χείμαρρο που έκοβε στα δύο την περιοχή. «Αν κολυμπήσεις μέχρι την άλλη πλευρά, τότε είσαι στη Βέρμλαντ» είπε εκείνη κι έδειξε με ένα νεύμα το νερό. « Ήταν ατυχία που έμεινα στη λάθος πλευρά» «Δηλαδή υπάρχει μια πλευρά που είναι λάθος ; » «Πάντα υπάρχει μια πλευρά που είναι λάθος. » Για την τριαντατριάχρονη ντετέκτιβ Τσάρλι Λάγκερ – του τμήματος Εθνικού Επιχειρησιακού Σχεδιασμού της Στοκχόλμης – θα μπορούσε να είναι απλά μία ακόμη επιχείρηση, αν το Γκούλσπονγ δεν ήταν το μέρος που μεγάλωσε και άφησε πίσω της πριν δέκα εννέα χρόνια. Φεύγοντας πήρε μαζί της - χαραγμένα βαθιά - όλα τα σημάδια από κάθε θλιβερό γεγονός που σημάδεψε την παιδική και προεφηβική της ηλικία. Ήταν «Ένα παιδί γεννημένο μέσα σε πικραλίδες, το οποίο, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, τα είχε καταφέρει. » Κι όμως, «Σε προσωπικό επίπεδο συνέβαινε όμως το αντίθετο. » Ο αυτοσεβασμός της είναι σε χαμηλά επίπεδα και η προσπάθειά της να κρυφτεί ακόμη και από τον ίδιο της τον εαυτό, κρίνεται αποτυχημένη. «Είμαι σαν παρωδία αστυνομικού, σκέφτηκε. Μόνη, κοινωνικά αποτυχημένη και γουστάρω το αλκοόλ. » Η συγγραφέας φτιάχνει μια πολυεπίπεδη ιστορία με εκείνη της αναζήτησης της Άναμπελ, να έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Ο σκοπός της είναι να μας συστήσει την Τσάρλι, την ηρωίδα του βιβλίου, προβάλλοντας εικόνες από το τώρα αλλά κυρίως από το σκοτεινό παρελθόν της που ξυπνά με την παραμονή της στη γενέτειρά της και τη στοιχειώνει. Η Τσάρλι είχε μεν θωρακίσει τον εαυτό της με ένα αδιαπέραστο πλέγμα, μη πιστεύοντας πως «τα συναισθήματα είναι περισσότερο διαχειρίσιμα αν τα ντύσει με λέξεις », δεν είχε καταφέρει όμως να αποδεχτεί τα γεγονότα που τη σημάδεψαν στην εφηβική της ηλικία, αλλά ούτε να συγχωρήσει. Επισκέπτεται το σπίτι της στο Λίκεμπου λίγο έξω από το χωριό και όλα τα φαντάσματα του παρελθόντος έρχονται και την κυκλώνουν. «Η ώρα ήταν περασμένες εφτά, και η ζέστη ήταν ακόμη έντονη. Η Τσάρλι είχε να πάει στο νερό από το καλοκαίρι που έκλεισε τα δεκατρία, αλλά τώρα νιώθει πως θέλει να το κάνει. Η σωματική μνήμη είναι παράξενη, σκέφτηκε ενώ βάδιζε στο μονοπάτι. Τα πόδια θυμούνται κάθε πέτρα και ρίζα. » Πως θα καταφέρει να ξεπεράσει ενοχές που τι βαραίνουν ; Θα είναι λύτρωση για εκείνη ή θα βυθιστεί περισσότερο στο βαθύ πλέγμα που έχει στήσει γύρω της; «Οι επισκέψεις της εδώ στα όνειρά της ήταν πάντα σαν σκηνές από ταινία τρόμου, αλλά τώρα που ο ήλιος ακτινοβολούσε από τα βρόμικα παράθυρα και την πλημμύρισε η γνωστή μυρωδιά του ξύλου δεν το ένιωθε πλέον τόσο απειλητικό. Της ήρθε, όμως, πάλι η ζαλάδα, το κεφάλι της γύριζε . Η Τσάρλι στηρίχτηκε και με τα δυο χέρια στους τοίχους του διαδρόμου μετά το χολ.» Ανάμεσα στις έρευνες και τα ερωτηματικά που προκύπτουν από την εξαφάνιση της Άναμπελ - καθώς ξεδιπλώνεται η ιστορία της μέχρι εκείνη την ημέρα - την κρυψίνοια των κατοίκων του χωριού και τη βουτιά στο παρελθόν της Τσάρλι, η συγγραφέας αναπτύσσει μια ιστορία δύο κοριτσιών που με την πρώτη ματιά φαντάζει ασύνδετη με τις άλλες δύο, χωρίς όμως να μπερδεύει και να κουράζει τον αναγνώστη. Και μπορεί μεν να φαντάζει ασύνδετη στην αρχή, όμως λίγο πριν το τέλος δένει τόσο αριστοτεχνικά - από τεχνικής άποψης – με το παρελθόν, έτσι όπως ξεδιπλώνεται της Τσάρλι, που αφήνει έντονα γλυκόπικρα συναισθήματα να κυριεύουν τον αναγνώστη. Πρωταγωνιστές, δίπλα στους ήρωες του μυθιστορήματος, είναι το- από τη λάθος πλευρά του ποταμού – Γκούλσπονγ και η σκοτεινή λίμνη Σκάγκεν με τα θυροφράγματα και τους κοφτερούς πέτρινους ογκόλιθους. Η αφηγηματική ικανότητα της συγγραφέως, η σωστή χρήση του λόγου, η δημιουργία ενός ατμοσφαιρικού πλαισίου για τους ήρωες και οι εμφανείς γνώσεις της πάνω στην ψυχολογία του ανθρώπου, μας δίνουν ένα πολύ δυνατό μυθιστόρημα . Δεν θα έλεγα πως το βιβλίο της ανήκει καθαρά στην αστυνομική μυθιστορία - δεν έχει την ένταση, τις ανατροπές και δεν δείχνει τις ενδελεχείς έρευνες της αστυνομίας για τον/την δολοφόνο που θα δικαιολογούσαν την ένταξή του σ΄ αυτή – όμως είναι ένα δυνατό κοινωνικό ψυχογράφημα με χαρακτηριστικά ψυχολογικού αστυνομικού θρίλερ, όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Το τέλος – εντελώς διαφορετικό, από ότι θα το περίμενε κανείς - σφραγίζει εξαιρετικά την ιστορία. Θετικά στοιχεία : Πολύ καλή γραφή Δυνατό στήσιμο χαρακτήρων Άριστη πλοκή και δομή Πολύ καλή μετάφραση και επιμέλεια Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Πρώτο έτος κυκλοφορίας 2019. Περίληψη Οπισθόφυλλου : Στο Γκούλσπονγ, μια μικρή σουηδική πόλη χαμένη στο πουθενά, το καλοκαίρι κυλάει αργά, βαρετά… έως τη μέρα που εξαφανίζεται η δεκαεφτάχρονη Άναμπελ. Η ντετέκτιβ Τσάρλι Λάγκερ, που έρχεται από τη Στοκχόλμη για την έρευνα, είναι καλή στη δουλειά της – άλλωστε, η δουλειά της τη βοηθάει να βάζει σε τάξη το χάος μέσα της. Δε θέλει να αναλάβει αυτή την υπόθεση, αλλά καταλήγει να κάνει αυτό που κάνει πάντα: να ακολουθεί τις διαταγές. Έτσι, αναγκάζεται να γυρίσει στο μέρος που άφησε στα δεκατέσσερά της, το μέρος που έχει κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να διαγράψει από τη ζωή της. Και μόλις πατάει το πόδι της εκεί, οι αναμνήσεις ζωντανεύουν. Θυμάται πώς είναι να μεγαλώνεις σε μια πόλη όπου δεν έχεις τίποτα να κάνεις, εκτός από το να ονειρεύεσαι να φύγεις. Πώς είναι να έχεις μια μητέρα άρρωστη και αλκοολική. Όσο ψάχνει να βρει την αλήθεια για το τι συνέβη στην Άναμπελ, τόσο πιο βαθιά βυθίζεται η Τσάρλι στο παρελθόν της. Και πρέπει να αντιμετωπίσει την πιο οδυνηρή ανάμνηση απ’ όλες: τη στιγμή που άφησε έναν άλλο άνθρωπο να πεθάνει… Δείτε το βίντεο. Το τραγούδι Άναμπελ, που γράφτηκε ειδικά γι΄αυτό το βιβλίο, είναι σαν μουσική επένδυση. Η ΛΙΝΑ ΜΠΕΝΓΚΤΣΝΤΟΤΕΡ μεγάλωσε στο Γκούλσπονγ, όπως και η ηρωίδα της, η Τσάρλι Λάγκερ. Το ΑΝΑΜΠΕΛ ήταν το πρώτο της μυθιστόρημα, με το οποίο έκανε αυτόματα αισθητή την παρουσία της στη σκηνή του σκανδιναβικού νουάρ, αποσπώντας το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα CRIMETIME SPECSAVERS. Το βιβλίο κυκλοφορεί σε είκοσι χώρες και μόνο στη Σουηδία ξεπέρασε σε πωλήσεις τα 80.000 αντίτυπα, αριθμός εντυπωσιακός για ντεμπούτο.
0 Comments
|
|