Σχολιάζει η Μαρία Κουλούρη «Η πιάτσα Σαν Φεντέλε ήταν μια λίμνη από πηχτό κατράμι που πάνω της έπλεαν σαν νησιά κοκκινωπά φωτοστέφανα από τους γύρω αψιδωτούς φανοστάτες. » Με το Μιλάνο βουτηγμένο στην ομίχλη, εκεί κάπου στα 1935, συστήνεται ο επιθεωρητής Ντε Βιντσέντζι, ήρωας μιας σειράς δεκαπέντε αστυνομικών μυθιστορημάτων που γράφτηκαν κατά τις δεκαετίες του ΄30 και του ’40. Ο θάνατος του τραπεζίτη είναι το πρώτο βιβλίο. Ο δημιουργός του, δημοσιογράφος και συγγραφέας Augusto De Angelis, καθιερώθηκε ως ο πατέρας της ιταλικής αστυνομικής λογοτεχνίας. Όπως αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου ο Kάρλο Λουκαρέλι, πολύ σημαντικός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων (Η τριλογία του φασισμού, Ιταλική ίντριγκα, Μέρα με τη μέρα ) : «Παρόλο που γράφτηκαν πριν πολλά χρόνια, παρόλο που ο αστυνόμος Ντε Βιντσέντζι μετακινείται με το τραμ και για να ανάψει το φως σε ένα δωμάτιο στρίβει τον διακόπτη, τα μυθιστορήματά του παραμένουν επίκαιρα. Γιατί η καλή γραφή δεν γερνάει ποτέ. Και το κρυφό μυστήριο της ανθρώπινης ψυχής παραμένει πάντα το ίδιο. » Ο Augusto De Angelis ήταν άγνωστος σε εμένα ακόμη και κατ΄όνομα - ίσως και σε άλλους αναγνώστες - κι έτσι το κίνητρο να διαβάσω το πρώτο βιβλίο που κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα ήταν ισχυρό. Μια καινούργια φωνή, έστω κι αν σίγησε πριν πολλά χρόνια. Πολλές φορές θέλω να «αποτοξινωθώ» από τη σύγχρονη πραγματικότητα που αντικατοπτρίζεται στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία και γυρνώ σε άλλες γραφές αλλοτινές με γοητεία που ίσως ξενίζει για λίγο, με διαφορετικό στήσιμο πλοκής, διαφορετικούς ήρωες! Ο επιθεωρητής Ντε Βιντσέντζι είναι διαφορετική φιγούρα ήρωα από εκείνες που συνήθως συναντούμε σ΄ αυτό το είδος της μυθιστορίας. Αν έπρεπε οπωσδήποτε να τον φέρω κοντά σε άλλον γνωστό ήρωα, θα επέλεγα ίσως τον Μαιγκρέ. Στη βάρδια του διαβάζει Ντέιβιντ Χέρμπεντ Λόρενς, στο συρτάρι του έχει το Συμπόσιο του Πλάτωνα και τις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Κατά βάση είναι ένας ποιητής. Πώς συμβιβάζεται η ιδιότητα του ποιητή με εκείνη του αστυνομικού; Προφανώς διάλεξε το επάγγελμα για βιοποριστικούς λόγους, αλλά μέσα του προσπαθεί και επιτυγχάνει να του δώσει μία άλλη μορφή. «Νιώθω την ποίηση του επαγγέλματός μου…Την ποίηση αυτού του γκρίζου σκονισμένου δωματίου, αυτού του φθαρμένου τραπεζιού, αυτής της φτωχικής γέρικης σόμπας, που κάθε άρθρωσή της υποφέρει για να με ζεστάνει. Και την ποίηση του τηλεφώνου! Την ποίηση τις νύχτες της αναμονής, με την ομίχλη στην πλατεία να φτάνει μέχρι το προαύλιο αυτού του παλιού μοναστηριού, σημερινή έδρα της Αστυνομικής διεύθυνσης, όπου οι διεφθαρμένοι έχουν πάρει τη θέση των αγίων! » Περασμένα μεσάνυχτα μιας ομιχλώδους νύχτας του χειμώνα και εμφανίζεται ξαφνικά στο αστυνομικό τμήμα ο Τζανέτο Αουρίτζι, παλιός συμμαθητής του επιθεωρητή. Είναι σε απόγνωση, γιατί βρίσκεται στο χείλος της οικονομικής καταστροφής. Την ίδια στιγμή ο επιθεωρητής δέχεται ένα τηλεφώνημα. Στο σπίτι του Αουρίτζι υπάρχει ένα πτώμα! Το πτώμα ενός τραπεζίτη που κατά σύμπτωση είχε δανείσει ένα μεγάλο ποσό στον ιδιοκτήτη του σπιτιού. Πού βρισκόταν ο Αουρίτζι την ώρα εκείνη; Γιατί, μετά από χρόνια, θεώρησε αναγκαίο να περάσει από το αστυνομικό τμήμα; Ο Ντε Βιντσέντζι – παρεμπιπτόντως, δεν αναφέρεται το όνομά του κατά τη διάρκεια του αφηγήματος, μια αξιοπρόσεκτη ιδιαιτερότητα του συγγραφέα - , στηριζόμενος στη διαίσθησή του ή σε μια φιλεύσπλαχνη διάθεση απέναντι στον παλιό του φίλο – αποφασίζει να διαλευκάνει το μυστήριο όχι μόνο λόγω της θέσεώς του αλλά και από την ισχυρή θέλησή του να τον βοηθήσει. Μια ομάδα υπόπτων μπαίνει κάτω από το περισκόπιο του επιθεωρητή. Όλοι έχουν ένα κίνητρο. Κάποιοι από αυτούς αρκετά ισχυρό. Για εκείνον όμως το προφανές δεν είναι αρκετό. Ούτε και σταματά μόνο στην ερμηνεία των ευρημάτων. Παρά με σύμμαχο το δυνατό ένστικτό του, υποβοηθούμενο από την ευαισθησία που τον διέπει, προχωρεί εξαλείφοντας έναν προς έναν τους υπόπτους από τη λίστα του, μέχρι να φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα, τη σύλληψη του δολοφόνου. Το δυνατό του όπλο είναι η χάραξη του ψυχογραφήματος των υπόπτων. Ο Ντε Βιντσέντζι προσπαθεί να εμβαθύνει στην ψυχοσύνθεσή τους, αναρωτιέται, βγάζει τα συμπεράσματά του και πολλές φορές συμπάσχει! Βαθιά ανθρώπινος, και ευαίσθητος σε ένα σκηνικό σχεδόν στατικό – μία μέρα είναι ο χρόνος της ιστορίας και όλοι οι ήρωες βρίσκονται μαζεμένοι σε ένα σαλόνι - , παρατηρεί, σημειώνει, και διά της εις άτοπον απαγωγής προχωρά. Κάποιες φορές παρακάμπτει τυπικές διαδικασίες και κάποιες φορές ρισκάρει ποντάροντας στον παράγοντα τύχη. «Συλλογιζόταν και την ίδια στιγμή ήθελε να σταματήσει να σκέφτεται. Θα προτιμούσε να λειτουργεί σαν ραβδοσκόπος. Αναζητούσε τον δολοφόνο και έπρεπε να τον βρει με το μαγικό του ραβδί. Η σιωπή εξακολουθούσε να απλώνεται πάνω από εκείνους τους τέσσερις ασάλευτους άντρες, μόνο που τώρα πια δεν ήταν τεταμένη αλλά μάλλον κατατονική. Μια κολλώδης σιωπή. Πώς θα έσπαγε αυτή τη βαλτωμένη ατμόσφαιρα; Πώς θα έβγαινε και πάλι έξω να εισπνεύσει καθαρό αέρα; Τι κινήσεις θα έπρεπε να κάνει; Αίφνης, σαν πέτρα που πέφτει στα ατάραχα νερά μιας λίμνης, η τύχη πήρε τον πρώτο λόγο.» Αυτή η φιγούρα του Ντε Βιντσέντζι που κυριαρχεί σε όλο το βιβλίο, σμιλεμένη και δοσμένη εξαιρετικά από τον δημιουργό της, δεν μπορεί παρά να αγαπηθεί από τον αναγνώστη. Κυριαρχεί με τις σκέψεις του, τη στωικότητά του, την υπομονή του, τη διάθεσή του να φέρει εις πέρας την υπόθεση που αναλαμβάνει, αλλά και την ευαισθησία του. Εν κατακλείδι, αν αναζητάτε έντονη δράση, πολυδιάστατους ήρωες και πολλές ανατροπές δεν θα μείνετε ικανοποιημένοι. Αν αναζητάτε εκείνο το άρωμα το παλιομοδίτικο που βγαίνει μέσα από την αφήγηση, το τόσο μακρινό, αλλά και το τόσο φίνο και διακριτικό δοσμένο από μια εξίσου φίνα λογοτεχνική γραφή, θεωρείστε ότι θα το βρείτε στο βιβλίο Ο θάνατος του Τραπεζίτη! Ο πρόλογος για την ελληνική μόνο έκδοση είναι γραμμένος από τον συγγραφέα Κάρλο Λουκαρέλι, η μετάφραση είναι εξαιρετική και ανήκει στη Δήμητρα Δότση και η επιμέλεια κειμένου στην Χρύσα Μωυσίδου. Το εκπληκτικό εξώφυλλο είναι της Αθηνάς Σταμάτη. Στα συν της έκδοσης, το υπέροχο χαρτί και η πολύ καλή γραμματοσειρά. Περίληψη από το οπισθόφυλλο : Γραμμένη από τον πατέρα του μεσογειακού νουάρ, Αουγκούστο ντε Άντζελις, Η Δολοφονία του τραπεζίτη δεν μας φέρνει αντιμέτωπους μόνο με ένα πτώμα και τους ύποπτους θύτες, αλλά και με μια κοινωνία που παραδίδεται στον φασισμό. Τη λύση του μυστηρίου αναλαμβάνει ένα πρόσωπο που, αντί να παρακολουθεί φασιστικές φανφάρες, επιλέγει να διαβάζει εν ώρα υπηρεσίας Πόε και Φρόυντ: ο επιθεωρητής Κάρλο ντε Βιντσέντζι, γνωστός και ως «ο Ιταλός Μαιγκρέ». «Στη χώρα μας δεν γίνονται τέτοια πράγματα, δεν έχουμε ντετέκτιβ, δεν έχουμε μητροπόλεις και κυρίως δεν έχουμε γκάνγκστερ». «Πολύ πιθανόν», απαντούσε ο Ντε Άντζελις, «εμένα όμως μου φαίνεται πως έχουμε και παραέχουμε εγκλήματα». «Αυτά τα πράγματα βλάπτουν τη νεολαία», υποστήριζε το φασιστικό Υπουργείο Λαϊκού Πολιτισμού, «και την ωθούν να διαπράττει εγκλήματα από καθαρή μίμηση και μόνο». «Όχι», έλεγε ο Ντε Άντζελις, «αυτό που βλάπτει είναι η κακή λογοτεχνία». Από τον πρόλογο του Carlo Lucarelli Λίγα λόγια για τον συγγραφέα :
O Αουγκούστο Ντε Άντζελις (1888-1944) ήταν δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τα βιβλία του αγαπήθηκαν από το ιταλικό κοινό, αλλά ο ίδιος θεωρήθηκε εχθρός της φασιστικής κυβέρνησης. Φυλακίστηκε το 1943 και ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου από μέλος του φασιστικού κόμματος, λίγο μετά την αποφυλάκισή του.
0 Comments
|
|