Γράφει ο Γιάννης Ζαραμπούκας. Η Μαρία από τη Ναζαρέτ, μητέρα του Χριστού αποτελεί μία από τις πιο εμβληματικές φιγούρες του χριστιανισμού, η οποία με την πάροδο των αιώνων έχει αναχθεί σε σύμβολο βαθιάς, ειλικρινούς κι απόλυτης πίστης, σύμβολο καρτερικότητας και συμπόνιας για κάθε βασανισμένη ψυχή αυτού του κόσμου που βρίσκει καταφύγιο, παρηγοριά και γαλήνη μέσα από προσευχές και επικλήσεις προς το πρόσωπο της.
Η Μαρία γνωστή στη χώρα μας κυρίως ως Παναγία ή Θεοτόκος, αποτελεί ένα θρησκευτικό πρόσωπο, ίσως το πιο οικείο και προσιτό για κάθε πιστό, πρόσωπο που ενσαρκώνει το απόλυτο πρότυπο μητέρας, πρόσωπο που έχει αποτελέσει ερέθισμα έμπνευσης για ένα πλήθος καλλιτεχνών, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τη μυθική διάσταση που έλαβε στο πέρασμα των χρόνων η μορφή της για να παράγουν τέχνη. Οι πίνακες των Leonardo Da Vinci και Caravaggio μου έρχονται αμέσως στο μυαλό, κάνοντας τη σύνδεση αυτού του ιστορικού προσώπου με την τέχνη. Από αύριο όμως σίγουρα κάνοντας ξανά την ίδια σκέψη εκτός από τους πίνακες των παραπάνω ζωγράφων θα μου έρχεται στο μυαλό και το μυθιστόρημα του Ιρλανδού συγγραφέα Κολμ Τομπίν (Colm Toibin) με τίτλο “Η διαθήκη της Μαρίας” που διάβασα πρόσφατα. Το εν λόγω μυθιστόρημα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος, εξαιρετικά μεταφρασμένο από την κυρία Δημητριάδου. Τον Τομπίν τον γνώρισα και τον αγάπησα ως συγγραφέα σχετικά πρόσφατα μέσα από την ανάγνωση του μυθιστορήματος «Καραβοφάναρο στο μαύρο νερό» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg. Μυθιστόρημα που διάβασα πριν κάμποσο καιρό, μα άργησα να πιάσω στα χέρια μου άλλο έργο του ίδιου, κι αυτό γιατί ήθελα κατά κάποιον τρόπο να αποστασιοποιηθώ. Ήθελα να καταλαγιάσουν εκείνα τα έντονα συναισθήματα που μου χάρισε απλόχερα ο Ιρλανδός συγγραφέας μέσα από τους ήρωες του και την τραγική τους ιστορία. Επέλεξα να συνεχίσω τη γνωριμία μου μαζί του διαβάζοντας το μυθιστόρημα “Η διαθήκη της Μαρίας” το οποίο βρίσκονταν στη λίστα για το λογοτεχνικό βραβείο “BOOKER” το 2013. Ένα μυθιστόρημα μικρής έκτασης που μετρά μόλις 115 σελίδες! Κι όμως, αυτό το ολιγοσέλιδο δημιούργημα στάθηκε αρκετό για με συγκινήσει και να μου προξενήσει μία πληθώρα σκέψεων και συναισθημάτων. Στη Διαθήκη της Μαρίας ο Τομπίν επιλέγει να ασχοληθεί για ακόμη μία φορά με τις οικογενειακές σχέσεις και συγκεκριμένα με τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ μητέρας και γιου, μοτίβο που συναντά κανείς και στις σελίδες του Καραβοφάναρου αν και εκεί ο συγγραφέας επικεντρώνεται κυρίως στη σχέση μητέρας και κόρης. Μία μεγάλη διαφορά που εντοπίζεται όμως σε αυτό το βιβλίο είναι πως οι δύο ήρωες του συγγραφέα είναι πρόσωπα υπαρκτά και μείζονος σημασίας, αφού η παρουσία τους, τουλάχιστον του ενός, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη των δυτικών και όχι μόνο κοινωνιών, και γενικότερα της ανθρωπότητας. Στο μικρό σε έκταση βιβλίο του, ο Ιρλανδός συγγραφέας εμπνέεται από τη ζωή του Χριστού και το Θείο δράμα, τα οποία και επιλέγει να μας αφηγηθεί κατά κάποιον τρόπο, μα όχι μέσα από την οπτική του θεανθρώπου, που ίσως θα ήταν και το πιο σύνηθες. Αντίθετα, ο Τομπίν επιλέγει την Μαρία από τη Ναζαρέτ, μητέρα του Χριστού ως κεντρική ηρωίδα του βιβλίου του, μέσα απ' τη φωνή της οποίας δίνει πνοή ζωής ξανά στα ήδη γνωστά σε όλους μας γεγονότα. Συγκεκριμένα, ο αναγνώστης συναντά την Μαρία στη δύση σχεδόν της ζωής της. Σε μια εποχή που το μόνο που προσμένει είναι το χάδι του θανάτου. Αλλά πριν εκείνος περάσει το κατώφλι του φτωχικού της, η Μαρία επιλέγει να ανοίξει την ψυχή της και να μοιραστεί τη δική της αλήθεια. Επιχειρεί κατά κάποιον τρόπο να γράψει το δικό της ευαγγέλιο για τη ζωή του θεανθρώπου, φιλτράροντας και δίνοντας σε όλα εκείνα τα γεγονότα με τις μυθικές προεκτάσεις μία αν θέλετε πιο γήινη και όχι τόσο εντυπωσιακή προέκταση. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως η Μαρία πάνω και πέρα από όλα ήταν μάνα! Μία μάνα που είχε την ατυχία να είναι αυτόπτης μάρτυρας στον θάνατο του μονάκριβου παιδιού της. Ο συγγραφέας λοιπόν δημιουργεί μία μυθιστορηματική φιγούρα κυνική, θλιμμένη και αρκετά πικραμένη από την τροπή που πήρε η ζωή της… Μία φιγούρα απόλυτα σάρκινη με τα λάθη, τα πάθη και τις αδυναμίες της σε σημείο τέτοιο που θα μπορούσε κάποιος αναγνώστης να πει πως ο Κολμ Τομπίν επιδιώκει να την απομυθοποιήσει. Στην πραγματικότητα ωστόσο ο συγγραφέας φωτίζοντας την ανθρώπινη πλευρά της Μαρίας εντείνει τουλάχιστον στα δικά μου μάτια την τραγικότητα που την διέπει. Η Μαρία ούσα μία γυναίκα αγράμματη, σμιλευμένη με τις δυσκολίες της υπαίθρου προσπαθεί με κάθε τρόπο να κατανοήσει τη συμπεριφορά του μοναχογιού της, ενώ ταυτόχρονα το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα τους διογκώνεται. Η Μαρία γίνεται μία απελπισμένη μάνα που προσπαθεί να βρεθεί πλάι στο παιδί της, γεγονός που μας δίνει την ευκαιρία να ζήσουμε ξανά μέσα απ' τη δική της οπτική κάποια από τα θαύματα του Ιησού, προσπαθώντας να το “λογικεύσει” και να το κάνει να δει τον κίνδυνο που διατρέχει η ζωή του λόγω της υπερβολικής του έκθεσης στον κόσμο. Μάλιστα, επιχειρεί να τον φυγαδεύσει, αλλά μάταια. Κι έτσι, έρχεται αντιμέτωπη με τον Γολγοθά του και τα γεγονότα, τα γνωστά σε όλους μας, που καταλήγουν στη βασανιστική διαδικασία της σταύρωσης όπου βλέπουμε την ηρωίδα αρχικά να λυγίζει, μα τελικά λόγω των εξελίξεων και του κινδύνου που διατρέχει κι η δική της η ζωή να αναδίδεται και να επικρατεί το πρωτόγονο ένστικτο της επιβίωσης, με αποτέλεσμα να εγκαταλείπει το σχεδόν νεκρό παιδί της επάνω στον σταυρό, χαράσσοντας μία διαφορετική πορεία στις μετέπειτα εξελίξεις. Ο συγγραφέας λοιπόν δημιουργεί έναν εκτενή εσωτερικό μονόλογο στον οποίο επιδίδεται η ηρωίδα του βιβλίου σε μία απέλπιδα προσπάθεια κατανόησης όλων αυτών των γεγονότων που συνέβησαν κάποτε και κατ' επέκταση σε μία τελευταία προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα σε 'κείνη και το παιδί της. Η Μαρία αφήνει να απελευθερωθούν συναισθήματα όπως ο θυμός, η πίκρα, η αγανάκτηση κι η απογοήτευση, συναισθήματα που βρίσκονται χρόνια μέσα της και την ταλαιπωρούν, ενώ και τόσα χρόνια μετά αδυνατεί να καταλάβει τη συμβολική υπόσταση της θυσίας στην οποία οδηγήθηκε ηθελημένα ο γιος της μέσα από τις πράξεις του, παραμένοντας σταθερή στην άποψη της πως τελικά η θυσία του ήταν μάταιη, γεγονός που καταδεικνύεται και από την φράση «Όμως ένα πράγμα έχω να σας πω τώρα που μου λέτε ότι ο γιος μου έσωσε τον κόσμο. Λέω λοιπόν ότι δεν άξιζε τον κόπο. Δεν άξιζε τον κόπο.» που βγαίνει από τα χείλη της. Ο συγγραφέας τολμά και πλάθει μία μυθιστορηματική φιγούρα τόσο ρεαλιστική και σάρκινη που δεν αφήνει ασυγκίνητο κανέναν ανοιχτόμυαλο αναγνώστη. Αν και θα μπορούσε να υποπέσει στην παγίδα της έντονης συναισθηματικά φόρτισης και του μελοδράματος, ο Τομπίν αφηγείται με αρκετά "γυμνό" τρόπο -τουλάχιστον έτσι φαίνεται σε μια πρώτη ανάγνωση- τα γεγονότα και με μία αξιοσημείωτη ηρεμία, δίνοντας στην ηρωίδα του τον ρόλο της εξωτερικής παρατηρήτριας! Στην πραγματικότητα όμως, ο συγγραφέας καταφέρνει και κρύβει το συναίσθημα πίσω από τις λέξεις κι εκείνο "υφέρπει" πίσω από κάθε σελίδα και κάθε σκηνή μέχρι τη στιγμή της σταύρωσης, όπου η περιγραφή των γεγονότων είναι τόσο γλαφυρή που πυροδοτεί την έκρηξη και απελευθέρωση του. Κι έτσι, ο αναγνώστης που σαν να τον προετοίμαζε γι' αυτό ο συγγραφέας, βιώνει απόλυτα κάθε κρυμμένο συναίσθημα, ενώ τελικά η Μαρία ως μυθιστορηματική φιγούρα τον αγγίζει και τον συγκινεί βαθιά! Ολοκληρώνοντας, "Η διαθήκη της Μαρίας" είναι ένα μικρό σε μέγεθος μυθιστόρημα με μεγάλο όμως εσωτερικό όγκο, που διαβάζεται πραγματικά απνευστί και χαράσσεται με τρόπο βαθύ στη μνήμη του αναγνώστη! Δεν ξέρω αν είναι το καλύτερο μυθιστόρημα που διάβασα μέχρι στιγμής φέτος, μα σίγουρα θα είναι μέσα σε αυτά που θα θυμάμαι σε κάμποσους μήνες που θα κάνω τον αναγνωστικό μου απολογισμό! Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ίκαρος. Πρώτο έτος κυκλοφορίας 2014.
0 Comments
|
|