Γράφει ο Γιάννης Ζαραμπούκας. Η ομίχλη σέρνεται στους χωμάτινους δρόμους της Σαλόνικο. Ομίχλη πυκνή, κεντημένη με μυστικά, ανείπωτες σκέψεις και επικίνδυνες συναντήσεις... Ομίχλη, που απλώνει τα πλοκάμια της και σφίγγει τις νύχτες. Νύχτες υγρές, νύχτες παράξενα σιωπηρές. Νύχτες που σταλάζουν υγρασία και περιονιάζουν την ανθρώπινη σάρκα. Νύχτες που στους δρόμους κυκλοφορούν μοναχά οι ζαπτιέδες, αλλά κι οι τολμηρά ρομαντικοί... Εκείνοι που αψηφούν τον κίνδυνο και προτάσσουν το ανάστημα τους για να υπερασπίσουν τα ιδανικά τους. Ανάμεσα σ' αυτούς κι οι πρωταγωνιστές του νέου βιβλίου της Μαίρης Κόντζογλου.
Άνθρωποι φτωχοί και πλούσιοι. Άνθρωποι καθημερινοί, ταπεινοί, υπεράνω κάθε υποψίας. Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι... Άνθρωποι διαφορετικοί μεταξύ τους, αλλά με την φιλοπατρία -κοινό τους γνώρισμα- να σιγοκαίει μέσα τους. Ανάμεσα τους ο γλύπτης Αλέξανδρος Δημητριάδης, ο Εβραίος αρχαιολάτρης Νταβίντ εφέντης, καθώς και δυο νέα παιδιά. Δυο παιδιά παράφορα ερωτευμένα, η εβραιοπούλα Χάννα, κι ο χριστιανός Νικόλας. Με τη φιλοπατρία, αλλά και τη φιλοτεχνία να κυλά στο αίμα τους, οι άνθρωποι αυτοί θα επιδείξουν περίσσεια τόλμη και θα παλέψουν -άλλοι άμεσα, και άλλοι έμμεσα- με κάθε τρόπο που διαθέτουν, ώστε να αποτρέψουν την αρπαγή των «Μαγεμένων» από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλλέρ. «Οι Μαγεμένες» ή τα «Είδωλα» ή «Las Incantadas» στα λατίνο, ή και «Surettler» που σημαίνει «Άγγελοι» στην τουρκική γλώσσα αποτελούν ένα σημαντικό μνημείο της ρωμαϊκής περιόδου, η δημιουργία του οποίου χρονολογείται στα τέλη του 2ου με αρχές του 3ου αιώνα μ.Χ. Πρόκειται για ένα σπουδαίο τόσο σε ομορφιά, όσο και σε πολιτιστική αξία μνημείο, το οποίο βρίσκονταν στην εβραϊκή συνοικία της Θεσσαλονίκης, Ρόγκος. Ένα μνημείο σήμα κατατεθέν για την πόλη εκείνης της εποχής. Μνημείο που αποτελούσε καθημερινά πόλο έλξης κι ενδιαφέροντος όχι μόνο για τους ντόπιους, αλλά και τους ξένους ανθρώπους, τους περαστικούς από την πόλη. Ένα μνημείο που αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα του νέου ιστορικού μυθιστορήματος της Μαίρης Κόντζογλου, από εκεί κι ο τίτλος «ΟΙ ΜΑΓΕΜΕΝΕΣ». Με φόντο λοιπόν, την πολύβουη και πολυπρόσωπη πόλη της Θεσσαλονίκης, μία πόλη που πίστευε σε πολλούς Θεούς κι ήταν ένα απ' τα σημαντικότερα εμπορικά λιμάνια της εποχής εκείνης, η συγγραφέας φιλοτεχνεί ένα απόλυτα ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα, με τον αυθεντικό ιστορικό του χαρακτήρα να αναδύεται από κάθε χάρτινο πόρο του. Ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται στην πρώτη επίσημη αρχαιοκαπηλία της ελληνικής ιστορίας, γεγονός που δρα ως εφαλτήριο για να αφυπνίσει συνειδήσεις, να διεγείρει τον αναγνωστικό προβληματισμό, αλλά και να καλλιεργήσει γόνιμες σκέψεις όσον αφορά την ιδιότητα του πολίτη που διαδραματίζει ο καθένας μας σε καθημερινό επίπεδο. Σε μία “δύσβατη” εποχή, μία εποχή όπου βιώνουμε εκφάνσεις μιας πολύπλευρης κρίσης -οικονομικής, πολιτικής, ηθικής, πολιτιστικής και ανθρωπιστικής-, μία εποχή όπου παρατηρείται ένα είδος κοινωνικής αδράνειας από την πλευρά μας, η συγγραφέας πετυχαίνει με τρόπο εξαιρετικά ισορροπημένο, χωρίς να υπερπηδά τα όρια και να εισέρχεται στα “χωράφια” του διδακτισμού, να αναμοχλεύσει μέσα μας τα απομεινάρια της έννοιας του πολίτη, εμφυσώντας τους πνοή ζωής. Μία σημαντική από αρχαιοτάτων χρόνων έννοια κι ανθρώπινη ιδιότητα, αφού ο πολίτης είχε και έχει το χρέος να συνδράμει με την συμμετοχή του στην διαμόρφωση του πολιτικού και κοινωνικού γίγνεσθαι. Παράλληλα, λοιπόν, η κυρία Κόντζογλου καταφέρνει να σπείρει μέσα μας αρετές λησμονημένες, αρετές που ήδη αναφέρθηκαν, όπως η φιλοπατρία κι η φιλοτεχνία, αλλά κι αρετές όπως η πίστη στην ελευθερία, στην αγάπη και τον έρωτα, ο σεβασμός στο παρελθόν, η διαφύλαξη της ιστορίας και των ριζών. Κι ύστερα σελίδα τη σελίδα, οι σπόροι αυτοί μπουμπουκιάζουν, και τ' άρωμα τους μας πλημμυρίζει, ειδικότερα προς το τέλος του βιβλίου όπου η δράση κορυφώνεται, η αρπαγή των μαρμάρων φαντάζει μονόδρομος κι η αναφορά της συγγραφέας στις αρετές αυτές γίνεται πια ξεκάθαρη! «... Δεν σου μιλάω για την καλλιτεχνική αξία, σου μιλάω για τη συναισθηματική. Η ιστορία, πατέρα... Οι λαοί που δεν έχουν ιστορία δεν έχουν και μέλλον...», αναφέρει ο Αλέξανδρος, ένας εκ των πρωταγωνιστών στην σελίδα 440-441. «ΟΙ ΜΑΓΕΜΕΝΕΣ» όμως, είναι κι ένα μυθιστόρημα που μιλά για τον έρωτα, τον ατίθασο έρωτα, που φυτρώνει αναπάντεχα στις ανθρώπινες καρδιές αψηφώντας θρησκευτικές, ταξικές, αλλά κι ηλικιακές διαφορές. Είναι ένα μυθιστόρημα για την Θεσσαλονίκη του 19ου αιώνα, για μια πόλη με ιδιαίτερη σύσταση! Mία πόλη που ακροβατεί ανάμεσα σε Δύση κι Ανατολή, κάτω απ' τον ουρανό της οποίας συνυπάρχουν άνθρωποι ποικίλων θρησκειών κι εθνικοτήτων. Μία πόλη που γεύεται την εμπορική άνθιση και χαμογελά φιλάρεσκα στους σημαντικούς τίτλους που της προσδίδουν στο πέρασμα των χρόνων. Η γραφή της κυρίας Κόντζογλου απόλυτα λυρική, εικονοπλαστική, πασπαλισμένη με στοιχεία μαγικού ρεαλισμού, αλλά και κάποια χιουμοριστικά ίχνη, αποτελεί το καλλίτερο υλικό για την οικοδόμηση συναισθημάτων, ζωντανών εικόνων κι αληθοφανών χαρακτήρων. Οι αποστάσεις γεφυρώνονται εξ' αρχής, το κλίμα που δημιουργείται είναι θαλπερό. Ο αναγνώστης περνώντας οι σελίδες παρασύρεται στη δίνη της ρέουσας πλοκής, πλοκής κλιμακούμενης, που θα μπορούσε να θυμίζει τραγωδία. Ταυτίζεται πλήρως με τους ήρωες, και βιώνει μαζί τους τις εξελίξεις. Αισθάνεται να βράζει από θυμό, να καίγεται απ' την ανάγκη για έρωτα, να απελπίζεται με την τροπή των γεγονότων, αλλά και να παθιάζεται με τον αγώνα υπεράσπισης των αρετών και των ιδανικών τους. Να γεύεται σε βαθμό απόλυτο τον θαυμασμό των ηρώων για τις Μαγεμένες, αλλά και να βουρκώνουν τα μάτια του στις πράξεις τους, πράξεις αγάπης κι αδελφοσύνης! Ιδιαίτερα στοιχεία, που αγάπησα σε αυτό το βιβλίο, στοιχεία που υπόκεινται στα χαρακτηριστικά του μαγικού ρεαλισμού ήταν η ανθρωποποίηση ως ένα βαθμού του γάτου Λευτέρη, αλλά και η φωνή κι η κίνηση, η ζωή δηλαδή που απέκτησαν μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος οι μορφές των Μαγεμένων. Μορφές εντυπωσιακής ομορφιάς, μορφές αθώες, αγαθές, άσπιλες. Μορφές που εξέφραζαν το άγχος, το φόβο και την απελπισία τους για το σκληρό τους μέλλον. Φωνές που “κραύγαζαν” εκλιπαρώντας για βοήθεια, πλακώνοντας τον αναγνώστη με την αίσθηση του χρέους και της ευθύνης απέναντι τους. Απέναντι στην ιστορία της πατρίδας τους και την πολιτιστική κληρονομιά των προγόνων τους. Γεγονός, που συνέδραμε για μένα τουλάχιστον στο να φορτιστεί η ατμόσφαιρα με την απαραίτητη εκείνη τραγικότητα που θα έπρεπε να διέπει το βιβλίο, ώστε να καταφέρει η συγγραφέας να περάσει με επιτυχία τα μηνύματα, που επιθυμούσε στο αναγνωστικό κοινό! Ολοκληρώνοντας, «ΟΙ ΜΑΓΕΜΕΝΕΣ» σε μαγεύουν, σε συναρπάζουν και σε κρατούν δέσμιο της ιστορίας τους. Με απαράμιλλη συγγραφική δεξιοτεχνία, η κυρία Κόντζογλου αναβιώνει με ζωντάνια κι αληθοφάνεια μια εποχή, ενώ παράλληλα σου κοινωνεί συναισθήματα, σκέψεις, προβληματισμούς. Το βιβλίο είναι μία μεταλαβιά που ποτίζει την ψυχή σου και αφυπνίζει την συνείδηση σου, καταδεικνύοντας την σημαντικότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς ως ένα τμήμα της ιστορίας του τόπου σου - που επιβάλλεται να διατηρήσεις ζωντανό - αν επιθυμείς να κρατήσεις επαφή με τις ρίζες και το παρελθόν σου! Σε προκαλώ λοιπόν, φίλε αναγνώστη, αν θέλεις να μαγευτείς, αλλά και να προβληματιστείς, να επιλέξεις την συγγραφέα Μαίρη Κόντζογλου και το ιστορικό της μυθιστόρημα «ΟΙ ΜΑΓΕΜΕΝΕΣ», για να ζήσεις μια αναγνωστική εμπειρία που θα χαραχτεί στον κορμό της αναγνωστικής σου μνήμης παντοτινά. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Πρώτο έτος κυκλοφορίας 2017.
0 Comments
|
|