'' Η αλήθεια είχε ειπωθεί κι όταν η αλήθεια γλιστρά από τα χείλη κι ελευθερώνεται, άλλους πληγώνει κι άλλους λυτρώνει. Η ίδια πάντως ένιωθε λυτρωμένη, απελευθερωμένη σαν την αλήθεια που ξεστόμισε. ''
Αναφέρει η συγγραφέας σε κάποιο σημείο του βιβλίου της... Αυτές οι δύο προτάσεις άνετα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν κομβικές στην ιστορία που στήνει η Σέβη Τηλιακού. Άνετα θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αρχή και το τέλος του μυθιστορήματος. Γιατί μπαίνοντας στην πορεία δύο ηρωίδων της, της θείας Ντίνας και της μεγάλης της ανεψιάς, καθορίζουν τη στάση τους, επαναπροσδιορίζουν τις θέσεις τους και φέρνουν με διαφορετικό τρόπο στην κάθε μια τους τη λύτρωση. Μια οικογένεια τυπικά ελληνική μεσοαστική είναι η πρωταγωνίστρια στο μυθιστόρημα της Σέβης Τηλιακού. Τρεις γυναίκες έρχονται μπροστά στη σκηνή των γεγονότων. Οι δύο αδελφές, η Στέλλα και η Ρόδη - η φωτιά και το μελτεμάκι - η μία καστανή με σταράτο δέρμα και χρυσαφιά μάτια κι η άλλη ξανθιά, διάφανη, γαλανομάτα. Πορεύονται αγαπημένες, ενωμένες, συμπληρώνοντας και προστατεύοντας η μία την άλλη στην προσπάθειά τους να ορθοποδήσουν στα πρώτα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα. Ώριμες για την ηλικία τους - μ΄αυτή την ωριμότητα που μόνο η ορφάνια φέρνει - τα καταφέρνουν μέχρι που η μοίρα αποφασίζει να παρέμβει.. Άραγε η μοίρα είναι αυτή που παρεμβαίνει ή μια άγνωστη δύναμη έρχεται και ξεσκεπάζει καλά κρυμμένα μυστικά; Δίπλα τους άγρυπνος φρουρός, η θεία Ντίνα. Μια υπέροχα φτιαγμένη από τη συγγραφέα φιγούρα, αυθεντική, αγνή, αληθινή που προσπαθεί βάζοντας την ψυχή της ολάκερη να προστατεύσει τα κορίτσια της . Τις ανιψιές της. Το μόνο που απέμεινε από την αγαπημένη της αδελφή. Κέρβερος σωστός απλώνει τα χέρια της σ΄ όλες τις σελίδες του βιβλίου για να τις προφυλάξει από τη θύελλα που βλέπει να έρχεται. Η θεία Ντίνα που προσπαθεί με την καθαρότητα της ψυχής της - αυτή τη γνήσια ας μου επιτραπεί σ΄ αυτό το σημείο ο σωβινισμός - ελληνική ψυχή, να αλλάξει την πορεία - την προδιαγεγραμμένη άραγε ; ποιος ξέρει ; - των γεγονότων που έρχονται να καταλύσουν την ήσυχη ζωή τους. Αλήθειες κρυμμένες καλά, φυλαγμένες μετά από όρκο βαρύ, ξεφεύγουν και δίνονται κληρονομιά σε χέρια νεανικά για να σηκώσουν κι αυτά με τη σειρά τους το βάρος τους. Θα τα καταφέρουν ; Ερωτήματα πολλά βάζει η συγγραφέας στο διάβα των σελίδων. Διλήμματα θέτει... Δεν τα αφήνει όμως να αιωρούνται... τα καταθέτει, τα αναλύει , τα προχωρεί, τα διευθετεί. Και κει ανάμεσα βάζει τον έρωτα! Ο έρωτας σ΄ όλες του τις μορφές ,περίτεχνα δεσπόζει σ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής των χάρτινων ηρώων της. Με τον ιδιαίτερο γλυκό, παραστατικό της λόγο, η συγγραφέας στήνει δύο ιστορίες. Του τότε και του τώρα. Ανάμεσά τους πολλές οι ομοιότητες. Ανάμεσά τους κι ένα μαντήλι! Το μεταξωτό μαντήλι - με άδολη αγάπη δοσμένο - που όμως δεν είναι εύκαιρο και στις δύο περιπτώσεις να στεγνώσει τα δάκρυα, να δεχτεί, να συγχωρέσει. Η Σέβη Τηλιακού θέλει τις ηρωίδες της να προχωρούν. Να απογοητεύονται, να πονούν και να παλεύουν να σταθούν. Και να καταφέρνουν να συνεχίσουν... '' και τότε τα δάκρυα που μέχρι εκείνη τη στιγμή αρνούνταν πεισματικά να ανέβουν στα μάτια της, κύλησαν, ζεστά, λυτρωτικά στα μάγουλά της. Τ΄ άφησε έτσι να τρέχουν ανεμπόδιστα στο πρόσωπό της, χωρίς καμμιά προσπάθεια να συγκρατήσει αυτά τα δάκρυα που άφηναν στα χείλη της τη γεύση μιας πικρής ανακούφισης. Έκλαιγε! επιτέλους, έκλαιγε! Άκουσε τον Θωμά να τη φωνάζει . - κυρία Στέλλα, ο καφές σας! Μην τον αφήσετε να κρυώσει! Του έγνεψε καθησυχαστικά. Ύστερα έσκυψε, γέμισε τις χούφτες της με θαλασσινό νερό και ξέπλυνε το πρόσωπό της, ξεπλένοντας μαζί κι ενοχές που δεν της ανήκαν. Μια, δυο , τρεις φορές. Αρμύρα στην αρμύρα. '' Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έναστρον. Πρώτη κυκλοφορία 2014.
0 Comments
|
|