Γράφει ο Γιάννης Ζαραμπούκας. «Λα Οκούλτα» μία κρυμμένη θα έλεγε κανείς φάρμα, μες τα δυσπρόσιτα βουνά της Κολομβίας, εκεί που το πράσινο της φύσης οργιάζει και πλημμυρίζει με την πληθωρικότητά του το ανθρώπινο μάτι. Μία φάρμα, παράδεισος χαμένος ίσως, που ακροβατεί στο σήμερα και το χθες, διατηρώντας άσβεστες τις αναμνήσεις μιας οικογένειας στο πέρασμα των χρόνων. Τις αναμνήσεις των Πιλάρ, Εύα και Αντόνιο, τριών αδερφιών, που στις παιδικές και μη αναμνήσεις τους η «Λα Οκούλτα» κρατά πρωταγωνιστικό ρόλο, αποτελώντας παράλληλα τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα σε αυτούς και την οικογενειακή τους ιστορία, που χάνεται στα βάθη των χρόνων.
Αφορμή για να γνωρίσουμε τη φάρμα αυτή είναι ένα απρόσμενο τηλεφώνημα στον άνδρα πρωταγωνιστή του βιβλίου, τον Αντόνιο, από την αδερφή του, την Πιλάρ, κατά τη διάρκεια του οποίου του ανακοινώνει τον θάνατο της μητέρας τους. Ταυτόχρονα με την επιστροφή του Αντόνιο στο σπίτι τους στην «Λα Οκούλτα» για την κηδεία της μητέρας του, ξεκινά κι ένα ταξίδι στο παρελθόν μέσα απ’ τις αναμνήσεις της Πιλάρ, της Εύας και του Αντόνιο. Ταξίδι κατά τη διάρκεια του οποίου γινόμαστε κοινωνοί στιγμών των τριών πρωταγωνιστών γεγονός που μας βοηθά να τους γνωρίσουμε σε βάθος, ενώ μέσα απ’ την αναδρομή αυτή μαθαίνουμε και την ιστορία δημιουργίας της φάρμας. Ο Κολομβιανός συγγραφέας Έκτορ Αμπάδ Φασιολίνσε δημιουργεί ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, γραμμένο εξ’ ολοκλήρου σε α’ ενικό πρόσωπο, γεγονός που δημιουργεί μία άκρως εξομολογητική ατμόσφαιρα κι ένα θαλπερό κλίμα ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του βιβλίου και τον αναγνώστη. Παράλληλα, μέσα από τις τρεις αφηγηματικές αυτές φωνές ο συγγραφέας έχει την ευκαιρία να δημιουργήσει εξαιρετικά ενδιαφέροντα δίπολα ιδεών, κι αυτό γιατί από τη μία πλευρά έχουμε την Πιλάρ, η οποία μέσα από τη στάση της ζωής της παρουσιάζει μία προσκόλληση στο παρελθόν, στις ιδέες, τις αντιλήψεις και τα στερεότυπα μιας περασμένης εποχής, ενώ από την άλλη έχουμε τον Αντόνιο, ο οποίος όντας ομοφυλόφιλος και μόνιμος κάτοικος της Νέας Υόρκης πια, μιας κι εκεί μπορεί να ζήσει ελεύθερα με τον σύντροφο του, παρουσιάζει μία πιο σύγχρονη, ελεύθερη κι απαλλαγμένη από απαρχαιωμένες αντιλήψεις στάση ζωής. Κι ανάμεσα τους βρίσκεται η Εύα, η μεσαία απ’ τα τρία αδέρφια, η οποία καταδεικνύει μέσα απ’ τις δικές της επιλογές μία έντονη τάση ανατροπής και προσαρμοστικότητας σε καθετί νέο, ενώ δεν φοβάται να εκφράσει τις επιθυμίες της, τις οποίες και προσπαθεί να ζήσει! Ο Φασιολίνσε οικοδομεί ένα πληθωρικό, όσον αφορά τα θέματα που καταπιάνεται, μυθιστόρημα, στο οποίο θα προσέδιδα τον χαρακτηρισμό πανανθρώπινο, διότι τα ζητήματα που θίγονται μέσα απ’ τις ζωές των ηρώων του μας αφορούν όλους και σίγουρα μας έχουν απασχολήσει κατά καιρούς! Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας ασχολείται με τον έρωτα, τη συζυγική αγάπη, την οικογένεια, τον θάνατο, τα γηρατειά, τη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ γης και ανθρώπου, την ανάγκη του ανθρώπου να κρατά ζωντανές τις αναμνήσεις των εμπειριών παιδικών και μη που έχει βιώσει, εμπειρίες που αποτελούν βασικό υλικό σύστασης της ταυτότητας του, καθώς και με την Κολομβία και την ιστορία της, η οποία παρουσιάζεται θα έλεγα με τρόπο εύληπτο προς τον αναγνώστη, αφού ο συγγραφέας κάνει άμεσες αναφορές στις επιπτώσεις των πολιτικών και μη γεγονότων στην καθημερινότητα των Κολομβιανών! Διαβάζοντας, λοιπόν, το αμιγώς κοινωνικό μυθιστόρημα του Κολομβιανού συγγραφέα θα μπορούσα να πω ότι με εντυπωσίασε ο τρόπος που ο συγγραφέας στήνει το βιβλίο του. Τρόπος που μου θύμισε έντονα την φιλοσοφία του παζλ, αφού μέσα απ’ τις αφηγήσεις των τριών πρωταγωνιστών φωτίζονταν κάθε φορά πτυχές που σε περασμένες σελίδες και σε προηγούμενες αναδρομές τους στο παρελθόν παρέμεναν στο σκοτάδι! Άκρως ενδιαφέρον βρήκα επίσης το δίπολο που ανέπτυξε ο συγγραφέας μεταξύ του Αντόνιο και της Εύας. Η Εύα έχοντας τραυματικές αναμνήσεις απ’ την παραμονή της στη φάρμα αδυνατεί να επιστρέψει, θα λέγαμε, σε αυτή και την αποστρέφεται κατά κάποιον τρόπο, ενώ αντίθετα ο Αντόνιο ζώντας πολλά χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά απ’ την Κολομβία, αποζητά την επιστροφή του στη φάρμα και το γαλήνιο περιβάλλον της, ειδικά τις φορές εκείνες που ο νόστος ξυπνά μέσα του και τον κυριεύει, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιεί τις αναμνήσεις του ως μέσο για μια σύντομη, έστω νοερή επιστροφή στο μέρος που δημιούργησε πολλές από αυτές. Ακόμη, ένα στοιχείο του βιβλίου που είναι άξιο αναφοράς είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Φασιολίνσε μέσα απ' το βήμα που του δίνει ο ήρωας του, ο Αντόνιο, παρουσιάζει τη ζωή ενός ομοφυλόφιλου. Ο Αντόνιο αφήνοντας πίσω κάθε είδους κοινωνικής ντροπής περιγραφεί στιγμές της καθημερινότητας που μοιράζεται με τον σύντροφο του με τόσο τρυφερό, ανθρώπινο και ρεαλιστικό ταυτόχρονα τρόπο, που προξενεί την αναγνωστική συμπάθεια, ξυπνώντας την ανθρώπινη ενσυναίσθηση! Είναι θαυμαστό το γεγονός πως ο συγγραφέας αν και ξεπέρασε κάποια όρια που θέτει μέχρι και σήμερα η κοινωνία μας, όρια απαρχαιωμένα, επιλέγει να ασχοληθεί με το θέμα της ομοφυλοφιλίας, θέμα που ακόμα αποτελεί "κόκκινη γράμμη" τα όρια της οποίας δύσκολα κάποιος θα περάσει παρότι ζούμε στο 2018, καταφέρνει να παρουσιάσει τη ζωή του ήρωα τόσο ισορροπημένα και ανεπιτήδευτα, και με τέτοια ειλικρίνεια που δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη να κατανοήσει βαθιά τον μυθιστορηματικό αυτό ήρωα! Ολοκληρώνοντας, λοιπόν, το μυθιστόρημα του Έκτορ Αμπάδ Φασιολίνσε «Ο ΧΑΜΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ» είναι ένα μυθιστόρημα που μας μιλά για το πως μεταμορφώνονται και διαφέρουν μεταξύ τους οι απόψεις, η σκέψη και γενικότερα η στάση ζωής ανθρώπων που ανήκουν σε διαφορετικές γενιές κι ας εμφανίζουν κοινές οικογενειακές καταβολές! Είναι ένα μυθιστόρημα που αξίζει να διαβαστεί από κάθε αναγνώστη, που αποζητά ένα μακρινό νοερό ταξίδι σε μέρη διαφορετικά από αυτά που έχει συνηθίσει ή έχει επισκεφθεί, μέρη όπου η ζωή κι ο χρόνος κινούνται με τον δικό τους ρυθμό, αλλά και ταυτόχρονα θέλει να απασχολήσει την σκέψη του με σύγχρονους προβληματισμούς, όπως οι θεματικές του Φασιολίνσε, που σίγουρα τον αφορούν! Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη. Πρώτο έτος κυκλοφορίας 2018.
0 Comments
|
|