Σχολιάζει η Μαρία Κουλούρη Μην περιμένετε να διαβάσετε κάτι ανάλογο με το «Ένας Τζέντλεμαν στη Μόσχα». Όχι, ότι δεν είναι εξίσου καλό, αλλά γιατί είναι σε ατμόσφαιρα εντελώς διαφορετική από εκείνη του ξενοδοχείου Μετροπόλ. Αν και είναι το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα, εν τούτοις έχει μια ιδιαίτερα ελκυστική και γοητευτική γραφή. Αυτή τη φορά ο Amor Towles με την «Καλή Κοινωνία» δίνει ένα εκπληκτικό πορτρέτο της Ν. Υόρκης την εποχή 1938-1940. Έχει λίγο από άρωμα Φιτζέραλντ; Ίσως ναι. Από το «Υπέροχος Γκάτσμπυ » με την έλξη του πλούτου και τις ανίερες συμμαχίες (1922) μέχρι το Καλή κοινωνία (1938) έχουν περάσει πολλά χρόνια - άλλωστε δεν τίθεται θέμα σύγκρισης, αλίμονο-. Κι αν στον Υπέροχο Γκάτσμπυ κυριαρχούσε το αμερικάνικο όνειρο – υποκινούμενο από μια ψευδαίσθηση – αυτή του κεντρικού ήρωα -, εδώ πλανάται η αμφισβήτηση της upper class και η απαξίωση της ανόδου, με διάφορα μέσα, στις τάξεις των πλουσίων. Είναι δύο διαφορετικές εποχές, δύο διαφορετικές ματιές, δύο διαφορετικές καταθέσεις απόψεων. Η αίγλη της εποχής αυτής, που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της οικονομικής ύφεσης, δεν έπαψε να γοητεύει. Όταν δε, δίνεται μέσα από τον «φακό» του Amor Towles γίνεται ιδιαίτερα ελκυστική. Οι σκηνές που διαδραματίζονται κάτω από λαμπερά φώτα αλλά και σκοτεινά δρομάκια του Μανχάταν της Ν. Υόρκης, περνούν από μπροστά σου σαν από ασπρόμαυρο φιλμ που σε τυλίγει με τη γοητεία του. Δύο φίλες, η Νεοϋορκέζα Κέιτι Κοντέντ (Kontent - content = ευτυχισμένη), γέννημα θρέμμα του Μπρούκλιν, με καταγωγή από τη Ρωσία, και η φίλη της η Ίβ, από τις Μεσοδυτικές πολιτείες, είναι δύο εργαζόμενα κορίτσια που θα περάσουν την παραμονή της πρωτοχρονιάς, τέλος του 1937, σε ένα από τα κλαμπ με μουσική jazz που τόσο διάσημα- στο πλατύ κοινό - θα γίνουν αργότερα. Η προσέγγιση του ονείρου τους – οικονομική άνοδος και κοινωνική – είναι εντελώς αντίθετη. Όμως ζουν την κάθε τους στιγμή, ανέμελα γιατί : «Μ΄αυτή την έννοια, η ζωή μοιάζει λιγότερο με ταξίδι και περισσότερο σαν μια παρτίδα μπριτζ για δύο. Στα είκοσί μας, όταν έχουμε ακόμη όλη τη ζωή μπροστά μας, υπάρχει άφθονος χρόνος για εκατό αναβολές αποφάσεων και για εκατό όνειρα και αναθεωρήσεις – τραβάμε ένα χαρτί από την τράπουλα και πρέπει να αποφασίσουμε στη στιγμή αν θα το κρατήσουμε και θα πετάξουμε το επόμενο ή αν θα πετάξουμε το πρώτο και θα κρατήσουμε το δεύτερο. Και πριν το καταλάβουμε, η τράπουλα έχει τελειώσει και οι αποφάσεις που έχουμε πάρει διαμορφώνουν τις ζωές μας για τις επόμενες δεκαετίες. » Σε εκείνο το περιθωριακό κλαμπ θα γνωρίσουν τον Τίνκερ, έναν πλούσιο τραπεζίτη, θα τον μυήσουν στα παράνομα, σκοτεινά μπαρ της άγνωστης γι΄αυτόν Ν. Υόρκης, και θα κερδίσουν την είσοδο στην καλή κοινωνία, στην κοινωνία της προνομιούχας τάξης. Είναι παράξενη συντροφιά οι τρεις τους, με την Κέιτ να κρατά αποστάσεις μετά από ένα ατύχημα της Ιβ, και να προσπαθεί να σταθεί ανεξάρτητη αμφισβητώντας κατά βάθος την ακεραιότητα των ανθρώπων που απαρτίζουν την πλούσια τάξη. Στην πορεία πολλά θα φανούν, πολλά θα ανατραπούν, εικόνες θα αμαυρωθούν, συμμαχίες θα γεννηθούν και φιλίες θα σφυρηλατηθούν κάτω από τους ήχους της jazz, μέσα στα θορυβώδη πάρτι, στα λαμπερά φώτα, στις μεγάλες λεωφόρους, αλλά και στα σκοτεινά δρομάκια της Ν, Υόρκης. «Εδώ υπήρχαν δύο κοσμοθεωρίες που χωρίζονταν μόνο από την Πέμπτη λεωφόρο, η μία απέναντι από την άλλη ως το τέλος του χρόνου – ή το τέλος του Μανχάταν, όποιο ερχόταν πρώτο.» Autumn in New York, why does it seem so inviting? Αγαπά να τραγουδά η Κέιτ διαβάζοντας Άγκαθα Κρίστι, ή Ντίκενς και μένοντας σταθερή στις επιλογές της, αν και το παιγνίδι της αναρρίχησης είναι πολύ δελεαστικό. Κύρια αφηγήτρια στο μυθιστόρημα απλώνει τις σκέψεις της και τους προβληματισμούς της συνειδητοποιώντας πως δεν θα ήθελε να είναι απλά μια μαριονέτα, απομυζώντας όμως κάθε τι όμορφο και μένοντας ταυτόχρονα αποστασιοποιημένη. «Αν ερωτευόμαστε μόνο τους ανθρώπους που είναι ιδανικοί για μας, τότε δεν θα γινόταν τόση φασαρία για τον έρωτα » σχολιάζει ένας φίλος της Κέιτι και εκείνη συμφωνεί και προχωρεί παρακάτω. Χωρισμένο σε τέσσερις μεγάλες ενότητες, φθινόπωρο, χειμώνας, άνοιξη και καλοκαίρι, το μυθιστόρημα του Τowles έχει αρκετές αναφορές στη λογοτεχνία – Ντίκενς, Άγκαθα Κρίστι, Τσέχωφ, Χεμινγουέι, Βιρτζίνια Γουλφ – και πολλά αποφθέγματα ειπωμένα μέσα από την Κέιτι που είναι η κεντρική ηρωίδα και ταυτόχρονα η μοναδική σχεδόν φωνή στο βιβλίο. «Δεν το βρίσκετε παρωχημένο; Με όλη αυτή τη φλυαρία για το τέλος της αγροτικής αριστοκρατορίας; Βρίσκω πολύ ντεμοντέ τη συμπόνια για τα δεινά της κάθε Ρανέφσκαγια. » (Σημείωση : H ηρωίδα στο θεατρικό έργο του Τσέχωφ Βυσσινόκηπος) «Ω, νομίζω πως δεν έχετε δίκιο. Θαρρώ πως όλοι μας έχουμε κάτι από το παρελθόν που ερειπώνεται ή πουλιέται κομμάτι το κομμάτι. Απλώς για τους περισσότερους από εμάς δεν είναι ένας βυσσινόκηπος. Είναι ο τρόπος που σκεφτόμασταν για κάτι ή κάποιον ». Αξίζει να διαβαστεί το ντεμπούτο του Amor Towles. Τα διαπιστευτήριά του είναι : Η δυνατή πένα του, οι άκρως γοητευτικές και ατμοσφαιρικές περιγραφές του, τα μηνύματά του και οι ενδιαφέροντες ήρωές του. Όσο για τη μετάφραση του βιβλίου από τη Ρηγούλα Γεωργιάδου, ένα έχω να πω μόνο. Είναι εξαιρετική. Αναζητήστε το. Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα. Βραβεία - Διακρίσεις
Midtown Manhattan, ca. 1935-1941. (Courtesy NYC Municipal Archives) The Nut Club ca. 1940. Image via NYPL. Περίληψη οπισθόφυλλου : Νέα Υόρκη, τελευταία νύχτα του 1937, στον απόηχο της Μεγάλης Ύφεσης. Δύο φίλες συναντούν σε ένα από τα περίφημα τζαζ κλαμπ της αμερικανικής μεγαλούπολης έναν γοητευτικό νεαρό τραπεζίτη. Η Κέιτ, η Ιβ και ο Τίνκερ, τρεις νέοι με όνειρα και διάθεση για ζωή, πρωταγωνιστούν σε αυτή την αριστοτεχνικά γραμμένη ιστορία του Amor Towles. Κατά τη διάρκεια της επόμενης χρονιάς τα πάντα θα αλλάξουν στις ζωές των ηρώων, θα ερωτευτούν, θα απογοητευτούν, θα επαναπροσδιορίσουν τα όνειρά τους και, πάνω από όλα, θα προσπαθήσουν να μάθουν τους κανόνες του παιχνιδιού της καλής κοινωνίας… Δεν θα πάψουν όμως να παλεύουν με τα δικά τους φαντάσματα και να προσποιούνται αυτό που θα ήθελαν να είναι. Ο συγγραφέας ανασυνθέτει με εξαιρετικό τρόπο την ατμόσφαιρα της Νέας Υόρκης της εποχής, στήνοντας με μαεστρία και λεπτό χιούμορ το σκηνικό της πλοκής σε όλους τους χώρους όπου πάλλεται η καρδιά της πόλης: μπαρ, εστιατόρια, μουσικές σκηνές, εξοχικά, αλλά και εκδόσεις και περιοδικά. Ταυτόχρονα όμως με τη νοσταλγία της εποχής, αναδίδεται με μια γλυκόπικρη τρυφερότητα κι η νοσταλγία του έρωτα και της νεότητας, γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο ίδιος, «αν ερωτευόμαστε μόνο τους ανθρώπους που είναι ιδανικοί για μας, τότε δεν θα γινόταν τόση φασαρία για τον έρωτα». Από τον συγγραφέα του βιβλίου Ένας Τζέντλεμαν στη Μόσχα, που ξεπέρασε τα 1.500.000 αντίτυπα και σύντομα θα μεταφερθεί στην τηλεόραση. Είπαν για το βιβλίο :
Λίγα λόγια για τον συγγραφέα : Ο Amor Towles γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βοστόνη. Είναι απόφοιτος του Γέιλ και έχει μάστερ λογοτεχνίας από το πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Αφού εργάστηκε ως ειδικός επενδύσεων στο Μανχάταν επί είκοσι χρόνια, έχει αφοσιωθεί πλέον αποκλειστικά στο γράψιμο.
Αυτό είναι το πρώτο του μυθιστόρημα, κυκλοφόρησε το 2011 με τίτλο Rules of Civility, και βρέθηκε στη λίστα των best sellers των New York Times, τόσο στη χαρτόδετη όσο και στην trade έκδοσή του. Η Wall Street Journal το κατέταξε στα καλύτερα βιβλία του 2011. Tο 2012 η γαλλική μετάφρασή του κέρδισε το βραβείο Fitzgerald. Το βιβλίο Ένας Τζέντλεμαν στη Μόσχα (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα), ξεπέρασε σε πωλήσεις τα 1.500.000 αντίτυπα και σύντομα θα μεταφερθεί στη μικρή οθόνη. Εκδόθηκε το 2016 και κατατάχτηκε στα καλύτερα βιβλία της χρονιάς από τις Chicago Tribune, Miami Herald, Philadelphia Inquirer, St. Louis Dispatch και το NPR (National Public Radio). Και τα δύο βιβλία έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από δεκαπέντε γλώσσες.
0 Comments
|
|