Σχολιάζει η Μαρία Κουλούρη «Η καριέρα σου είναι ένα βήμα πριν τον γκρεμό, Ιωάννη. Και αυτό που μου έστειλες μοιάζει ένα βήμα μπροστά…» Η απόρριψη δείχνει το πρόσωπό της στον συγγραφέα Ιωάννη Πατρίκιο σημαίνοντας την κατακόρυφη πτώση του στο λογοτεχνικό στερέωμα. Απεγνωσμένα ψάχνει την έμπνευση. Έχει γίνει ο αυτοσκοπός του, η εμμονή του. Ζητά βοήθεια από τη φίλη του Ηλιάνα Πετράκη και εκείνη του συστήνει την ψυχολόγο Άρτεμη Βάλενταλ – φόρος τιμής του Αζαριάδη στους Π. Βαλέε και Άρνε Νταλ -, η οποία τον συμβουλεύει η φρίκη στους φόνους του βιβλίου του να παίζει πρωταρχικό ρόλο. Ένα παιγνίδι κυριαρχίας αρχίζει ανάμεσα στον συγγραφέα και στην ψυχολόγο, ενώ παράλληλα μια σειρά δολοφονιών συνταράσσει την αθηναϊκή κοινωνία, ενεργοποιεί την ομάδα της Τρύπη και φέρνει την πολυπόθητη έμπνευση στον Ιωάννη Πατρίκιο. «Ιωάννης Πατρίκιος…» η Τρύπη κοιτάει το σημειωματάριό της « μου θυμίζει φόρο τιμής προς τον Ζαν Πατρίκ Μανσέτ». «Σωστή μαντεψιά, αστυνόμε». Ποιος ή ποιοι κρύβονται πίσω από τις δολοφονίες; Ποια είναι η σκιά που ακολουθεί τα βήματα του/των δολοφόνων; Θα οδηγηθεί στη λύση του μυστηρίου που περιβάλλει τους ειδεχθείς φόνους η ομάδα της Τρύπη; Θα αποδοθεί η περιβόητη κάθαρση/τιμωρία; Και με ποιον τρόπο; Ή μήπως όχι; Και αν ναι, από ποιον; Ένα παιγνίδι του νου, ένα mind game με το μυαλό του αναγνώστη, με δυσδιάκριτα όρια μεταξύ πραγματικού και φανταστικού, είναι η Παραπλάνηση δικαιώνοντας απόλυτα τον τίτλο. Είναι μια ιστορία που στηρίζεται από μια δυνατή πλοκή, τρέχει με έναν καταιγιστικό ρυθμό - διακοπτόμενο από διαρκείς ανατροπές, δουλεμένες τέλεια και όχι τοποθετημένες στην ιστορία, απλώς για να υπάρχουν - . Το σκηνικό, σκοτεινό, κινηματογραφικό, είναι κατάλληλο για να υποδεχτεί τους ήρωες του βιβλίου που, με τους καλοδουλεμένους χαρακτήρες δίνουν μια ρεαλιστική απεικόνιση και εκείνη με τη σειρά της, ανάλογα με τις καμπές της ιστορίας, γίνεται πότε σκληρή και βίαιη, πότε ερωτική – φτάνοντας στα όρια του σεξισμού χωρίς ωστόσο να τα ξεπερνά, άλλωστε ένα έντονο χαρακτηριστικό του νουάρ κόσμου των μυθιστορημάτων δεν είναι κι αυτό; -. Οι πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από ήρωες που στέκονται με τη δική τους ιστορία κοντά τους, χωρίς το ένδυμα του κομπάρσου ούτε για μια στιγμή, στοιχείο, αναντίρρητα, επιτυχημένο του συγγραφέα. Σκληρές οι ιστορίες τους έρχονται και υφαίνουν μια αποπνικτική αίσθηση γύρω από την εξίσου σκληρή κεντρική υπόθεση, με τον συγγραφέα να δίνει ανάσες στους αναγνώστες του – ανάσες χιούμορ, είτε αυτό είναι σαρκαστικό, είτε αυτοσαρκαστικό, είτε σατυρικό, είτε είναι μέρος της καθημερινότητας μιας κάστας επαγγελματιών – εν προκειμένω των αστυνομικών. Ανάσες παιγνιδιάρικες με τη χρήση ιδιαιτέρων επιθέτων ή διαφοροποιήσεις άλλων ονομάτων. Ανάσες που κρύβουν μικρές ευαισθησίες, και σίγουρα δεν χαρακτηρίζονται σαν περιττές εκφράσεις λυρισμού. Άλλωστε ποιος είπε ότι τα σκληρά αστυνομικά μυθιστορήματα πρέπει να στερούνται λυρικών στοιχείων; Ποιος ορίζει ότι ο λυρισμός είναι προνόμιο μιας κατηγορίας μυθιστορίας; Οι ανάσες, φυσικά, - στοιχείο δυνατό από τις τραγωδίες ακόμη, έως και τα σύγχρονα μυθιστορήματα - θέλουν τεχνική δεξιότητα κάτι που ο Γρηγόρης Αζαριάδης διαθέτει. Οι αναφορές στο τράφικινγκ, στο μεταναστευτικό, στα μυστικά, άγρια μονοπάτια της νύχτας, αλλά και γενικότερα στην κοινωνία είναι αισθητές και σ΄αυτό το μυθιστόρημα του συγγραφέα, αν και σε μικρότερο βαθμό απ΄ότι στους Παλιούς Λογαριασμούς ή στο μοτίβο του Δολοφόνου. «Η Τρύπη βγαίνει από τη ΓΑΔΑ. Στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας αφομοιώνεται γρήγορα στο βουβό πλήθος των μοναχικών ανθρώπων που φλερτάρουν επικίνδυνα με την κατάθλιψη και περπατάνε βιαστικοί να επιστρέψουν στην απατηλή ψευδαίσθηση της ασφάλειας των μίζερων μικροαστικών φυλακών που υψώνουν απόρθητα τείχη γύρω τους. Και το χειρότερο είναι ότι αρχίζουν να τα αγαπούν ολοένα και περισσότερο, νιώθοντας σταδιακά ισχυρότερη την επίδραση του ΄΄συνδρόμου της Στοκχόλμης΄΄ για την κοινωνία της εκμετάλλευσης που τους απήγαγε και τους εγκλώβισε μέσα σ΄αυτές τις φυλακές». Μέσα από την ιστορία διαφαίνεται και η αγωνία για τη συνέχεια της καριέρας ενός συγγραφέα, ο πόθος για το κράτημα στην κορυφή, το άγχος για την έλλειψη ή την αναζήτηση της έμπνευσης. «Η καριέρα του φίλτατου Πατρίκιου είχε βρει τη θέση της στο νεκροταφείο των Ασήμαντων Λογοτεχνών». Κάτι ανάλογο είχα συναντήσει στο μυθιστόρημα του Ζοέλ Ντικέρ «Η αλήθεια για την υπόθεση Χάρρυ Κέμπερτ», μόνο που εκεί ο συγγραφέας προβάλλει το σύστημα με τους εκδότες, το μάρκετινγκ και το κυνήγι του best seller. Τέλος, αξίζει να σταθούμε στην αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα, ακριβώς γιατί είθισται (;) να μην δίνουμε την πρέπουσα σημασία όταν διαβάζουμε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Ο Αζαριάδης έχει πετύχει να δώσει ένα άρτιο, τεχνικά, κείμενο με τις εναλλαγές στους χρόνους, με τις εναλλαγές από πρωτοπρόσωπη σε τριτοπρόσωπη γραφή, με τη σωστή χρήση ενεστώτα και την πολλαπλή εστίαση – πχ η διαφορετική μαρτυρία του ίδιου γεγονότος από την Βάλενταλ και τον Πατρίκιο-, που προσδίδει μια πνοή προσωπικής μαρτυρίας, δίνει την αμεσότητα που τόσο δύσκολο είναι να επιτευχθεί, προσδίδει μια αληθοφάνεια και αποκτά έναν εξομολογητικό χαρακτήρα. Έχει πετύχει να δώσει ένα ευφυές, πολύπλευρο στόρι, με σφιχτή δομή, σασπένς και ατμόσφαιρα. Έχει πετύχει να συνδυάσει ένα page turner με νουάρ αισθητική, με τα χαρακτηριστικά εκείνα του μαύρου μυθιστορήματος που η εξιχνίαση των εγκλημάτων δεν αρκεί να έχει τον πρωταρχικό ρόλο, με εκείνα του ψυχολογικού θρίλερ και της σκανδιναβικής σχολής. Ο κίνδυνος συνύπαρξης όλων αυτών των πρωταρχικών στοιχείων ήταν μεγάλος, αλλά στην περίπτωση της Παραπλάνησης δεν καταλήγουν σε μπούμερανγκ, δεν είναι μια μίξη αδιάφορη, αλλά λειτουργούν σαν ένα σφιχτό δομικό υλικό δίνοντας το άρτιο αποτέλεσμα που προανέφερα. Φράση που συγκράτησα : Οι συγγραφείς είναι μόνιμοι κάτοικοι μιας περιοχής στα σύνορα της χώρας της φαντασίας και της χώρας της πραγματικότητας, όπου ζουν υπό καθεστώς παράξενης ισορροπίας. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο. Πρώτο έτος κυκλοφορίας : 2020 Λίγα λόγια για τον συγγραφέα : Ο Γρηγόρης Αζαριάδης γεννήθηκε στην Αθήνα τον Φλεβάρη του 1951.
Το πρώτο του μυθιστόρημα Παλιοί λογαριασμοί εκδόθηκε το 2012. Ακολούθησαν Η τελευταία παράσταση της Μαρίνας Φιλίππου και Το μοτίβο του δολοφόνου, που κυκλοφόρησαν το 2013 και το 2015 αντίστοιχα. Το 2018 εκδόθηκε ο Σκοτεινός λαβύρινθος. Κριτικές του για αστυνομικά μυθιστορήματα και θεωρητικά άρθρα του για την αστυνομική λογοτεχνία δημοσιεύονται σε εφημερίδες (ΤΑ ΝΕΑ και ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ) και διάφορα sites. Λατρεύει τη γαλλική σχολή και ιδιαίτερα το polar και το κλασικό noir. Αγαπημένοι του συγγραφείς ο Ρέιμοντ Τσάντλερ, ο Ζαν Πατρίκ Μανσέτ και το ζεύγος των Σουηδών Σγιεβάλ-Βαλέε και οι ποιοτικοί Σκανδιναβοί επίγονοί τους.
0 Comments
|
ArchivesCategories |