Γράφει ο Γιάννης Ζαραμπούκας. Οι δρόμοι της βάφονται άλικοι. Αίμα ζεστό κυλά επάνω τους. Η πόλη της Θεσσαλονίκης βουλιάζει στο αίμα των κατοίκων της. Νούφαρα, τα πτώματα τους, επιπλέουν καθημερινά στο ίδιο τους το αίμα. Ημέρες Κατοχής, κάπου στο 1943. . . Φτώχεια, πείνα, εξαθλίωση, κι ο θάνατος να περιδιαβαίνει ανενόχλητος στους δρόμους, ψάχνοντας για τα επόμενα θύματα του! Η ανθρωπιά, ρούχο ξεφτισμένο, αφήνει γυμνή κι απροστάτευτη κάθε ψυχή, έρμαιο των ζωτικών αναγκών της και των ζωωδών ενστίκτων της.
Την ιδιαίτερα σκληρή και βουτηγμένη στο αίμα κατοχική περίοδο, μία απ' τις μαύρες περιόδους της ελληνικής ιστορίας επιλέγει ο συγγραφέας Θάνος Δραγούμης -λογοτεχνικό ψευδώνυμο του συγγραφέα Θοδωρή Παπαθεοδώρου- ως καμβά για να πλέξει επάνω του την αστυνομική πλοκή του μυθιστορήματος του, που τιτλοφορείται «Σφαγείο Σαλονίκης». Ανοίγοντας το, ο αναγνώστης συναντά απ' την πρώτη κιόλας σελίδα τον πρωταγωνιστή του βιβλίου, τον αστυνόμο Ασλάνογλου, αστυνόμο της Γενικής Ασφάλειας, ο οποίος θα έρθει αντιμέτωπος με ένα σύνηθες θέαμα. Άλλη μία άψογα σχεδιασμένη κι εκτελεσμένη δολοφονία! Δύο άψυχα, ανδρικά κορμιά, χωμένα μεσ' την χαβούζα, γυμνά απ' την μέση και κάτω. Ένα έγκλημα σεξουαλικής φύσεως, φαινομενικά ασήμαντο, που μπαίνει αμέσως στο αρχείο. Ωστόσο, κάποια αναπάντεχα γεγονότα, γεγονότα δυσάρεστα θα διεγείρουν το ενδιαφέρον, θα τροφοδοτήσουν την υπηρεσία με υποψίες για ένα έγκλημα βαθύτερης σημασίας και θα αναγκάσουν τον αστυνόμο Ασλάνογλου να ασχοληθεί εκ νέου με την συγκεκριμένη υπόθεση...Ο αστυνόμος με την βοήθεια του Λάζαρου, του νεαρού βοηθού του, θα ξεκινήσει μια κοπιαστική έρευνα, που θα τους φέρει αντιμέτωπους με πολλούς κινδύνους, μιας και στην υπόθεση μπλέκονται υπηρεσίες των γερμανικών αρχών, καθώς και ελληνικές οργανώσεις όπως η ΟΠΛΑ. Θα καταφέρουν άραγε να ξετυλίξουν το μπλεγμένο κουβάρι της μυστήριας τελικά δολοφονίας και να φτάσουν στην εύρεση του δολοφόνου και στους λόγους που “όπλισαν” το χέρι του; Πόσο θα κινδυνέψει η σωματική τους ακεραιότητα; Ποιο θα 'ναι το τίμημα που θα χρειαστεί να πληρώσουν για να λύσουν την υπόθεση; Ο συγγραφέας Θάνος Δραγούμης δημιουργεί ένα ατμοσφαιρικό αστυνομικό μυθιστόρημα, που φλερτάρει έντονα και με το ιστορικό είδος, μιας κι είναι ένα βιβλίο που βρίθει ιστορικών στοιχείων κι αναφορών, αφού η δράση του βιβλίου τοποθετείται στα χρόνια της Κατοχής κι οι πρωταγωνιστές του συναναστρέφονται με υπαρκτά πρόσωπα του “τότε”. Ο συγγραφέας καταφέρνει με τρόπο ολοζώντανο να αναβιώσει το κλίμα μιας δύσκολης εποχής για την Ελλάδα και να αποδώσει με τρόπο πετυχημένο και σχεδόν αντικειμενικό, δίχως να λαμβάνει κάποια θέση ή να ‘χει προθέσεις διδακτισμού, τα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της εποχής. Στην ολοζώντανη αναπαράσταση της Θεσσαλονίκης του ’43 συμβάλλει κι ο αφηγηματικός τρόπος που επιλέγει ο συγγραφέας για να μας εξιστορήσει την αστυνομική του ιστορία. Συγκεκριμένα, ο κύριος Δραγούμης χρησιμοποιεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, γεγονός που δημιουργεί εξ’ αρχής ένα κλίμα οικειότητας ανάμεσα στον πρωταγωνιστή και τον αναγνώστη, ο οποίος δε διστάζει να συμπαθήσει τον αστυνόμο Ασλάνογλου, να ταυτιστεί με τις σκέψεις και τα συναισθήματα του. Να αισθανθεί φόβο και πανικό, όταν ο κλοιός στενεύει κι η επερχόμενη απειλή υποβόσκει σε κάθε βήμα του ήρωα, καθώς και να γευτεί την στυφάδα της οργής, που αφήνει στον δεύτερο η καθημερινότητα της εποχής του. Μία καθημερινότητα δυσβάσταχτη, γεμάτη απανθρωπιά, πείνα, πόνο κι αδικία. . . Στην ζωτικότητα που εκπέμπει το κείμενο συνεπικουρεί κι η έντονη προφορικότητα με την οποία είναι διανθισμένο, καθώς κι ο ίδιος ο πρωταγωνιστής, ο οποίος εκφράζεται με τρόπο τολμηρό, τρόπο σκληρό, ωμό, δανειζόμενος κατά κόρων λέξεις κι εκφράσεις της αργκό. Με τρόπο όμως, που είναι απόλυτα εναρμονισμένος και ταιριαστός με την νουάρ ατμόσφαιρα που έντεχνα πλέκει ο συγγραφέας. Η ζωντάνια λοιπόν του κειμένου σε συνδυασμό με το σφιχτό λόγο του συγγραφέα και την γρήγορη εξέλιξη της ρέουσας πλοκής του βιβλίου, δημιουργούν έναν συναρπαστικό αναγνωστικό ρυθμό, που όχι μόνο διεγείρει το ενδιαφέρον και υποδαυλίζει διαρκώς το αίσθημα αγωνίας και την ανάγκη του αναγνώστη για λύτρωση και εύρεση της αλήθειας, αλλά και τον αιχμαλωτίζει μέχρι τη στιγμή που θα γυρίσει την σελίδα εκείνη όπου αναγράφεται η λέξη «τέλος». Προσωπικά, αν και δεν είμαι λάτρης του αστυνομικού είδους το οποίο ωστόσο διαβάζω όποτε μου δοθεί η ευκαιρία, μπορώ να πω πως το «Σφαγείο Σαλονίκης» ήταν μία ευχάριστη έκπληξη για μένα όσον αφορά τις αναγνώσεις μου, διότι κατάφερε να προξενήσει αρχικά την περιέργεια μου και να με καταστήσει ύστερα δέσμιο της πλοκής του, μέχρι η αλήθεια να αναδυθεί στο φως κι ο αστυνόμος Ασλάνογλου να ξεμπερδέψει το κουβάρι των υποθέσεων γύρω απ’ την μυστήρια δολοφονία των δύο ανδρών. Ίσως, στην θετική εντύπωση που μου άφησε το βιβλίο κλείνοντας το να συνέδραμε το γεγονός ότι η αστυνομική ιστορία, γέννημα της φαντασίας του συγγραφέα, εισχωρεί με δεξιοτεχνία στον κορμό της ιστορίας και κινείται παράλληλα αυτής! Διαβάζοντας λοιπόν το συγκεκριμένο ανάγνωσμα ξεχώρισα δύο στοιχεία του, που για μένα το καθιστούν ξεχωριστό. Αρχικά, το ένα είναι ο χαρακτήρας του πρωταγωνιστή, τον οποίο συνθέτει ο κ. Δραγούμης με απαράμιλλη αληθοφάνεια και τρόπο τουλάχιστον γοητευτικό, κι αυτό γιατί ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου είναι ένα άτομο γεμάτο αντιθέσεις! Ο αστυνόμος Ασλάνογλου είναι ένας φαινομενικά σκληρός, τραχύς κι ίσως με λιγάκι άξεστους τρόπους άνθρωπος, ο οποίος εκτός της νόμιμης εργασίας του στην Γενική Ασφάλεια της πόλης, είναι χωμένος και σε δουλειές της νύχτας. Είναι ένας άντρας όμως που τα παραπάνω χαρακτηριστικά αποτελούν το προστατευτικό του περιτύλιγμα, διότι προχωρώντας οι σελίδες, ο αναγνώστης έρχεται σε επαφή με έναν άντρα τρυφερό, συμπονετικό, με την ανθρωπιά και την ανιδιοτέλεια να σιγοκαίουν μέσα του. Έναν άντρα απόλυτα ερωτευμένο, που θα έκανε τα πάντα για να σώσει την Έμμα, την Εβραία γυναίκα της καρδιάς του! Το δεύτερο στοιχείο τέλος, στοιχείο που ξεχώρισα στις σελίδες του βιβλίου αυτού είναι η αναφορά του συγγραφέα όχι μόνο στον γνωστό αντισημιτισμό των Ελλήνων, αλλά και στον ανθελληνισμό της Εβραϊκής Κοινότητας, θέμα το όποιο δε συναντά κανείς συχνά στα ελληνικά ιστορικά μυθιστορήματα, τα οποία έχουν τη ροπή να “τάσσονται” υπέρ της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, προβάλλοντας τους ανθρώπους αυτής ως τους αδικημένους “φτωχούς” -που μόνο φτωχοί δεν ήταν, τουλάχιστον μία μεγάλη μερίδα αυτών- συγγενείς της υπόθεσης, γεγονός που αποτελεί πια ένα απ' τα περιβόητα συγγραφικά κλισέ! Αντίθετα, ο κύριος Δραγούμης δίχως να έχει την πρόθεση φυσικά να ενταχθεί εναντίον τους, μιας και στο βιβλίο διαφαίνεται η ανθρωπιά κι η συμπονετικότητα του προς όλους αυτούς τους ανθρώπους, που γεύονται την πικρή γεύση της ζωής, προβάλει όμως τα γεγονότα που συνέβησαν με αμέριστη αντικειμενικότητα, δείχνοντας στον αναγνώστη πως όντως υπήρξαν και άτομα του εβραϊκού πληθυσμού, που δε συμπεριφέρθηκαν με τον καλύτερο τρόπο στους Έλληνες της Θεσσαλονίκης. Συνοψίζοντας, λοιπόν, με αφορμή το τρίτο αστυνομικό μυθιστόρημα του κ. Δραγούμη που θα ξεκινήσει το ταξίδι του στα ράφια των βιβλιοπωλείων σε λίγες μόνο μέρες, σας προτείνω ανεπιφύλακτα να διαβάσετε -αν δε το έχετε κάνει ήδη- το «Σφαγείο Σαλονίκης». Ένα σφιχτοδεμένο αστυνομικό μυθιστόρημα, που δομήθηκε με συγγραφικές ποιότητες κι είναι εμπλουτισμένο μ' ένα πλήθος ανατροπών, που αιχμαλωτίζουν, συναρπάσουν κι οδηγούν τον αναγνώστη έντεχνα στην κορύφωση της αναγνωστικής διαδικασίας! Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ψυχογιός. Πρώτο έτος κυκλοφορίας 2011. Περισσότερα για το βιβλίο: http://www.psichogios.gr/site/Books/show/1000429/Sfageio-Salonikhs
0 Comments
|
|